Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τετρῳδέομαι
τετρώκοντα
τετρωκοντάλιτρος
τετρωκοστομόριον
τετρώριστος
τέτρωρον
τέτρωρος
τετρώροφος
τετρώρυγος
τέττᾰ
τετταράκοντα
τεττίγιον
τεττιγομήτρα
τεττιγόνιον
τεττιγότης
τεττιγοφόρας
τεττιγώδης
τεττίζω
τέττιξ
τέτυγμαι
τετυφωμένως
View word page
τετταράκοντα
τετταράκοντα, τέτταρες, etc.,
A). v. τεσσαρ- .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τετταράκοντα
Headword (normalized):
τετταράκοντα
Headword (normalized/stripped):
τετταρακοντα
IDX:
103619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103620
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τετταράκοντα</span>, <span class="orth greek">τέτταρες</span>, etc., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">τεσσαρ-</span> .</div> </div><br><br>'}