Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
τετράστομος
τετράστοον
τετράστυλος
τετρασυλλαβέω
τετρασύλλαβος
τετρασχιδής
τετράσχιστος
τετράσχοινος
τετρασωμία
τετράσωμος
τετρατία
τετράτιος
τετράτομος
τετράτονος
τέτρατος
τετράτροπος
τετράτροχος
τετράτρυφος
τετραυγής
τέτραφα
τετραφαλαγγάρχης
View word page
τετρατία
τετρᾰτία
,
ἡ
, dub. sens. in
PFay.
347
(ii A.D.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τετρατία
Headword (normalized):
τετρατία
Headword (normalized/stripped):
τετρατια
IDX:
103548
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103549
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τετρᾰτία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, dub. sens. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PFay.</span> 347 </span> (ii A.D.).</div><br><br>'}