Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τετράσπαστος
τετραστάσιον1
τετράσσαρον
τετρασσός
τετράστάδιος
τετραστάσιον2
τετραστάτηρος
τετράστεγος
τετραστιχία
τετράστιχος
τετραστοιχεί
τετραστοιχία
τετράστοιχος
τετράστομος
τετράστοον
τετράστυλος
τετρασυλλαβέω
τετρασύλλαβος
τετρασχιδής
τετράσχιστος
τετράσχοινος
View word page
τετραστοιχεί
τετρα-στοιχεί, Adv.
A). in four rows, Ph. 2.152 .


ShortDef

in four rows

Debugging

Headword:
τετραστοιχεί
Headword (normalized):
τετραστοιχεί
Headword (normalized/stripped):
τετραστοιχει
IDX:
103535
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103536
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τετρα-στοιχεί</span>, Adv. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">in four rows</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0018.tlg001:2:152" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0018.tlg001:2.152/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ph.</span> 2.152 </a>.</div> </div><br><br>'}