Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
τετραρχία
τετραρχικός
τέτραρχος
τετράς
τετρᾶς
τετράσειρον
τετράσημος
τετρασίριον
τετράσκαλμος
τετρασκελής
τετράσπαστος
τετραστάσιον1
τετράσσαρον
τετρασσός
τετράστάδιος
τετραστάσιον2
τετραστάτηρος
τετράστεγος
τετραστιχία
τετράστιχος
τετραστοιχεί
View word page
τετράσπαστος
τετρά-σπαστος
, dub. l. et dub. sens.,
ἐλέφαντα ἐπριάμεθα τ
.
SIG
247 ii 5
(Delph., iv B.C.); perh.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τετράσπαστος
Headword (normalized):
τετράσπαστος
Headword (normalized/stripped):
τετρασπαστος
IDX:
103525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103526
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τετρά-σπαστος</span>, dub. l. et dub. sens., <span class="foreign greek">ἐλέφαντα ἐπριάμεθα τ</span>. <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">SIG</span> 247 ii 5 </span> (Delph., iv B.C.); perh.</div><br><br>'}