Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τετραορία
τετράορος
τετραούγκιον
τετράπαλαι
τετραπαλαιστιαῖος
τετραπάλαστος
τετραπεδικόν
τετραπέδιον
τετράπεδος
τετράπεζος
τετραπελεθρία
τετραπηχυαῖος
τετράπηχυς
τετραπλασιάζω
τετραπλασιαῖος
τετραπλασιεπιδιμερής
τετραπλάσιος
τετραπλασιότης
τετραπλασίων
τετραπλεθρία
τετράπλεθρος
View word page
τετραπελεθρία
τετρᾰ-πελεθρία,
A). v. τετραπλεθρία .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τετραπελεθρία
Headword (normalized):
τετραπελεθρία
Headword (normalized/stripped):
τετραπελεθρια
IDX:
103466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103467
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τετρᾰ-πελεθρία</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">τετραπλεθρία</span> .</div> </div><br><br>'}