Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀντιπέρᾱ
ἀντιπεραίνομαι
ἀντιπέραιος
ἀντιπεραλαχεῖν
ἀντιπέραν
ἀντιπέρας
ἀντιπέρηθεν
ἀντιπεριάγω
ἀντιπεριαγωγή
ἀντιπεριβάλλω
ἀντιπεριειλέομαι
ἀντιπερίειμι
ἀντιπεριέλκω
ἀντιπεριηχέω
ἀντιπεριΐστημι
ἀντιπεριλαμβάνω
ἀντιπεριπλέω
ἀντιπεριποιέομαι
ἀντιπεριποιητικός
ἀντιπερίσπασμα
ἀντιπερισπασμός
View word page
ἀντιπεριειλέομαι
ἀντιπερι-ειλέομαι,
A). to be rolled in the contrary direction, Orib. 49.22.24 .


ShortDef

to be rolled in the contrary direction

Debugging

Headword:
ἀντιπεριειλέομαι
Headword (normalized):
ἀντιπεριειλέομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιπεριειλεομαι
IDX:
10333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-10334
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀντιπερι-ειλέομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">to be rolled in the contrary direction,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0722.tlg001:49:22:24" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0722.tlg001:49:22:24/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Orib.</span> 49.22.24 </a>.</div> </div><br><br>'}