Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τέρχανον
τέρχνος
τερψιεπής
τερψίμβροτος
τερψίνοος
τέρψις
τερψίφρων
Τερψιχόρη
Τερψίχορος
τεσσαράβοιος
τεσσαρακαίδεκα
τεσσαρακαιδεκάδωρος
τεσσαρακαιδέκατος
τεσσαρακαιδεκέτης
τεσσαρακαιδεκαετής
τεσσαρακαιεικοσίπους
τεσσαρακονθήμερος
τεσσαράκοντα
τεσσαρακονταδραχμιαία
τεσσαρακονταδύο
τεσσαρακονταεννέα
View word page
τεσσαρακαίδεκα
τεσσᾰρᾰκαίδεκα,
A). v. τεσσαρεσκαίδεκα .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τεσσαρακαίδεκα
Headword (normalized):
τεσσαρακαίδεκα
Headword (normalized/stripped):
τεσσαρακαιδεκα
IDX:
103204
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103205
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τεσσᾰρᾰκαίδεκα</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">τεσσαρεσκαίδεκα</span> .</div> </div><br><br>'}