Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
τελωνεῖον
τελωνέω
τελώνης
τελωνητής
τελωνία
τελωνιάς
τελωνικός
τελώνιον
τελωνίσιμος
τέλωρ
τελώριος
τεμαχί
τεμαχίζω
τεμάχιον
τεμαχισμός
τεμαχιστός
τεμαχίτης
τεμαχοπώλης
τέμαχος
τέμενες
τεμενίζω
View word page
τελώριος
τελώριος·
μέγας, πελώριος
,
Hsch.
; occurs in Puchstein
Epigr.Gr.
p.76
(Memphis, i B.C.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τελώριος
Headword (normalized):
τελώριος
Headword (normalized/stripped):
τελωριος
IDX:
103020
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103021
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τελώριος·</span> <span class="foreign greek">μέγας, πελώριος</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span></span>; occurs in Puchstein <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Epigr.Gr.</span> p.76 </span> (Memphis, i B.C.).</div><br><br>'}