Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀντιπαραθέω
ἀντιπαραινέω
ἀντιπαραιτέομαι
ἀντιπαρακαλέω
ἀντιπαράκειμαι
ἀντιπαρακελεύομαι
ἀντιπαράκλησις
ἀντιπα[ράκρ]ισις
ἀντιπαραλαμβάνω
ἀντιπαραλλάσσω
ἀντιπαράλληλος
ἀντιπαραλυπέω
ἀντιπαραπέμπομαι
ἀντιπαραπήγνυμι
ἀντιπαραπλέω
ἀντιπαραπορεύομαι
ἀντιπαρασκευάζομαι
ἀντιπαρασκευή
ἀντιπαράστασις
ἀντιπαραστρατοπεδεύω
ἀντιπαράταξις
View word page
ἀντιπαράλληλος
ἀντιπαράλληλος, sc. πούς,
A). = διτρόχαιος , Sch. Heph. p.219 C.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀντιπαράλληλος
Headword (normalized):
ἀντιπαράλληλος
Headword (normalized/stripped):
αντιπαραλληλος
IDX:
10276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-10277
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀντιπαράλληλος</span>, sc. <span class="foreign greek">πούς,</span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">διτρόχαιος</span> , Sch. Heph.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:p.219" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:p.219/canonical-url/"> p.219 </a> C.</div> </div><br><br>'}