Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ταυροκαθάψια
ταυροκάρηνος
ταυροκένται
ταυροκέρκουρος
ταυροκέρως
ταυροκέφαλος
ταυρόκολλα
ταυρόκολλον
ταυροκολλώδης
ταυρόκρανος
ταυροκράτης
ταυροκτονέω
ταυροκτόνος
ταυρομαχία
ταυρομέτωπος
ταυρόμορφος
ταυρόομαι
ταυροπάρθενος
ταυροπάτωρ
Ταυροπόλια
ταυροπόλος
View word page
ταυροκράτης
ταυρο-κράτης, ,
A). gloss on Γάνδαρος , Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ταυροκράτης
Headword (normalized):
ταυροκράτης
Headword (normalized/stripped):
ταυροκρατης
IDX:
102566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-102567
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ταυρο-κράτης</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">Γάνδαρος</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}