Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τάρακτρον
ταράκτωρ
τάρανδος
Ταραντιναρχέω
Ταραντιναρχία
Ταραντίναρχος
Ταραντινίζω
Ταραντίνινος
Ταραντῖνοι
Ταραντῖνον
ταραξίας
ταραξικάρδιος
ταραξίπολις
ταράξιππος
ταραξιππόστρατος
τάραξις
Τάρας
ταράσσω
ταραχή
ταραχοποιός
τάραχος
View word page
ταραξίας
τᾰραξίας, ου, ,
A). = ταράκτης , Suid.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ταραξίας
Headword (normalized):
ταραξίας
Headword (normalized/stripped):
ταραξιας
IDX:
102416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-102417
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τᾰραξίας</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ταράκτης</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> </div> </div><br><br>'}