Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀντιξοέω
ἀντίξοος
ἀντιξύω
ἀντίον1
ἀντίον2
ἀντιόομαι
ἀντίος
ἀντιοστατέω
ἀντιοτόμον
ἀντιόφρων
ἀντιοχεῖ
Ἀντιόχειος
ἀντιοχεύομαι
ἀντιόω
ἀντιπαγές
ἀντιπαγκρατιάζω
ἀντιπάθεια
ἀντιπαθέω
ἀντιπαθής
ἀντιπαθητικός
ἀντιπάθιον
View word page
ἀντιοχεῖ
ἀντιο-χεῖ·
ἐναντιοῦται,
Id.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀντιοχεῖ
Headword (normalized):
ἀντιοχεῖ
Headword (normalized/stripped):
αντιοχει
IDX:
10230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-10231
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀντιο-χεῖ·</span> <span class="foreign greek">ἐναντιοῦται,</span> Id.</div><br><br>'}