Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τᾷδε
τάδην
ταθείς
ταθρίσιον
Ταιναριεύς
Ταίναρος
ταινί
ταινία
ταινιάζω
ταινίδιον
ταινίν
ταινιοειδής
ταινίον
ταινιόπωλις
ταινιόω
ταινιώδης
ταινιωτικός
ταιννί
ταΐτης
τακερός
τακερόχρως
View word page
ταινίν
ταινίν,
A). v. ὁνί .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ταινίν
Headword (normalized):
ταινίν
Headword (normalized/stripped):
ταινιν
IDX:
102177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-102178
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ταινίν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">ὁνί</span> .</div> </div><br><br>'}