Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σωματηγός
σωματίδιον
σωματίζω
σωματικός
σωμάτινος
σωμάτιον
σωματισμός
σωματοβλάβεια
σωματοειδής
σωματοθήκη
σωματοθήκιον
σωματομαχέω
σωματοπλαστέω
σωματοπλαστικός
σωματοποιέω
σωματοποίησις
σωματοποιία
σωματοποιός
σωματότης
σωματοτροφεῖον
σωματουργέω
View word page
σωματοθήκιον
σωμᾰτο-θήκιον, τό, Dim. of foreg., written -θήκιν, MAMA 3.753 (Corycus).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σωματοθήκιον
Headword (normalized):
σωματοθήκιον
Headword (normalized/stripped):
σωματοθηκιον
IDX:
102014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-102015
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σωμᾰτο-θήκιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of foreg., written <span class="foreign greek">-θήκιν</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">MAMA</span> 3.753 </span> (Corycus).</div><br><br>'}