Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σωμασκίας
σωματεῖον
σωματεκμαγεῖον
σωματεμπορέω
σωματέμπορος
σωματηγέω
σωματηγός
σωματίδιον
σωματίζω
σωματικός
σωμάτινος
σωμάτιον
σωματισμός
σωματοβλάβεια
σωματοειδής
σωματοθήκη
σωματοθήκιον
σωματομαχέω
σωματοπλαστέω
σωματοπλαστικός
σωματοποιέω
View word page
σωμάτινος
σωμᾰ/τ-ῐνος
,
η
,
ον
, = foreg.,
Gloss.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σωμάτινος
Headword (normalized):
σωμάτινος
Headword (normalized/stripped):
σωματινος
IDX:
102008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-102009
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σωμᾰ/τ-ῐνος</span>, <span class="itype greek">η</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = foreg., <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div><br><br>'}