Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σχισματώδης
σχισμή
σχισμός
σχιστός
σχοίατο
σχοινανθᾶτον
σχοινάνθη
σχοινάνθιον
σχοινᾶς
Σχοινάτας
σχοινεύς
Σχοινῄς
σχοινιά
σχοινιαία
σχοινίκλος
σχοινικός
σχοίνινος
σχοινίον
σχοινιοπλόκος
σχοινιοστρόφος
σχοινιοσυμβολεύς
View word page
σχοινεύς
σχοινεύς, έως, , an unknown bird, Ant.Lib. 7 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σχοινεύς
Headword (normalized):
σχοινεύς
Headword (normalized/stripped):
σχοινευς
IDX:
101897
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-101898
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σχοινεύς</span>, <span class="itype greek">έως</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, an unknown bird, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0651.tlg001:7" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0651.tlg001:7/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ant.Lib.</span> 7 </a>.</div><br><br>'}