Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σχηματόδεσμος
σχηματοθήκη
σχηματοποιέω
σχηματοποιία
σχηματότης
σχηματουργέομαι
σχηματουργία
σχῆσις
σχιδακηδόν
σχιδακώδης
σχιδανόπους
σχίδαξ
σχίδιον
σχίδος
σχίζα
σχιζίας
σχιζίον
σχιζογυάνδρους
σχιζοποδία
σχιζόπους
σχιζόπτερος
View word page
σχιδανόπους
σχῐδᾰνόπους,
A). = σχιζόπους (q.v.), Arist. Frr. 345 ,al.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σχιδανόπους
Headword (normalized):
σχιδανόπους
Headword (normalized/stripped):
σχιδανοπους
IDX:
101862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-101863
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σχῐδᾰνόπους</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">σχιζόπους</span> (q.v.), <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg049:345" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg049:345/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Arist.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Frr.</span> 345 </a>,al.</div> </div><br><br>'}