Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σχέδος
σχεδουργός
σχεδρός
σχέδυνος
σχέθω
σχεῖται
σχέλινος
σχελίς
σχελυνάζει
σχένδυλα
σκενδύλη2
σχενδυλόληπτοι
σχέο
σχεράς
σχέραφος
Σχερία
σχερός
σχές
σχέσις
σχετέος
σχετήριον
View word page
σκενδύλη2
*σκενδύλη which is not found.


ShortDef

pincers

Debugging

Headword:
σκενδύλη2
Headword (normalized):
σκενδύλη
Headword (normalized/stripped):
σκενδυλη2
IDX:
101824
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-101825
Key:

Data

{'content': '<div class="entry">*<span class="orth greek">σκενδύλη</span> which is not found.</div><br><br>'}