Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνυπάρχω
συνύπατος
συνύπειμι
συνυπεξάγω
συνυπερβάλλω
συνυπηρετέω
συνυποβάλλω
συνυπογράφω
συνυποδείκνυμι
συνυποδέχομαι
συνυποδίδωμι
συνυποδύομαι
συνυποζεύγνυμι
συνυπόκειμαι
συνυποκορίζω
συνυποκρίνομαι
συνυπολαμβάνω
συνυπολείπομαι
συνυπόληψις
συνυπονοέω
συνυποπίπτω
View word page
συνυποδίδωμι
συνυπο-δίδωμι,
A). deposit also, prob. in PGrenf. 1.14.21 (ii B.C.).


ShortDef

deposit also

Debugging

Headword:
συνυποδίδωμι
Headword (normalized):
συνυποδίδωμι
Headword (normalized/stripped):
συνυποδιδωμι
IDX:
101117
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-101118
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνυπο-δίδωμι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">deposit also</span>, prob. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PGrenf.</span> 1.14.21 </span> (ii B.C.).</div> </div><br><br>'}