Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συντραγῳδέω
συντρανόομαι
συντράπεζος
συντράχηλος
σύντρεις
συντρέπω
συντρέφω
συντρέχεια
συντρέχω
σύντρησις
σύντρητος
συντριαινόω
συντριβή
συντριβής
συντρίβω
συντριηραρχέω
συντριηράρχημα
συντριήραρχος
συντρίκλινος
σύντριμμα
συντριμμός
View word page
σύντρητος
σύντρητος, sine expl., Suid.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σύντρητος
Headword (normalized):
σύντρητος
Headword (normalized/stripped):
συντρητος
IDX:
101056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-101057
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σύντρητος</span>, sine expl., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> </div><br><br>'}