Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συντετραίνω
σύντευξις
συντεχνάζω
συντεχνάομαι
συντεχνία
συντεχνιτεύω
συντεχνίτης
σύντεχνος
σύντηγμα
συντηκτικός
συντηκτός
συντήκω
σύντηξις
συντηρέω
συντήρησις
συντηρητέον
συντηρητικός
συντίθημι
συντίκτω
συντίλλω
συντιμάω
View word page
συντηκτός
συντηκ-τός, όν , τὰ ς.,
A). = τὰ συντήγματα (which is v.l.), Arist. Mete. 389b8 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συντηκτός
Headword (normalized):
συντηκτός
Headword (normalized/stripped):
συντηκτος
IDX:
101008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-101009
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συντηκ-τός</span>, <span class="itype greek">όν</span> <span class="foreign greek">, τὰ ς.,</span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">τὰ συντήγματα</span> (which is v.l.), <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg026:389b:8" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg026:389b.8/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Arist.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Mete.</span> 389b8 </a>.</div> </div><br><br>'}