Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀντιλαβή
ἀντιλαγχάνω
ἀντιλάζομαι
ἀντιλακτίζω
ἀντιλακωνίζω
ἀντιλαλέω
ἀντίλαλος
ἀντιλαμβάνω
ἀντιλάμπω
ἀντίλαμψις
ἀντιλαοί
ἀντιλέγω
ἀντιλειτουργέω
ἀντιλεκτέον
ἀντίλεκτος
ἀντίλεξις
ἀντιλεσχαίνω
ἀντιλέων
ἀντιλημματίζω
ἀντιλήμπτωρ
ἀντίληξις
View word page
ἀντιλαοί
ἀντιλαοί· τῶν ἄρτων κλάσματα, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀντιλαοί
Headword (normalized):
ἀντιλαοί
Headword (normalized/stripped):
αντιλαοι
IDX:
10089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-10090
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀντιλαοί·</span> <span class="foreign greek">τῶν ἄρτων κλάσματα,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}