Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνορμάω
συνόρμενος
συνορμέω
συνορμίζω
συνόρνυμαι
σύνορος
συνορούω
συνοροφόω
συνορφανιστής
συνορχέομαι
συνόσα
συνοσφραίνω
συνοτρύνω
συνουετρανός
συνουλόω
συνούλωσις
συνουλωτικός
σύνουρος
συνουσία
συνουσιάζω
συνουσίασμα
View word page
συνόσα
συνόσα· ὁμοῦ, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνόσα
Headword (normalized):
συνόσα
Headword (normalized/stripped):
συνοσα
IDX:
100889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100890
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνόσα·</span> <span class="foreign greek">ὁμοῦ</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}