Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀντίκτησις
ἀντικτόνος
ἀντικτυπέω
ἀντικυδαίνω
ἀντικυμαίνομαι
ἀντικυματόω
ἀντικύπριος
ἀντικύπτω
ἀντικυρία
ἀντικύρω
ἀντικύων
ἀντικωλύω
ἀντικωμάζω
ἀντικωμῳδέω
ἀντικωπηλάτης
ἀντιλαβεύς
ἀντιλαβή
ἀντιλαγχάνω
ἀντιλάζομαι
ἀντιλακτίζω
ἀντιλακωνίζω
View word page
ἀντικύων
ἀντικύων· ἀλώπηξ, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀντικύων
Headword (normalized):
ἀντικύων
Headword (normalized/stripped):
αντικυων
IDX:
10073
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-10074
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀντικύων·</span> <span class="foreign greek">ἀλώπηξ,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}