Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
συνισόομαι
συνίσσεις
συνίστημι
συνιστορέω
συνίστωρ
συνισχναίνω
συνισχυρίζω
συνίσχω
συνιτικός
συνιχνεύω
σύνναιος
συνναίω
σύνναος
συννάσσω
συνναυαγέω
συνναυβάτης
συνναύκληρος
συνναυμαχέω
συνναυσθλόομαι
συνναυστολέω
συνναύτης
View word page
σύνναιος
σύνναιος
,
ον
,
A).
dwelling with
,
θεοῖς
, of the dead,
Riv.Fil.
57.379
(Crete, iii/iv A.D.).
ShortDef
dwelling with
Debugging
Headword:
σύνναιος
Headword (normalized):
σύνναιος
Headword (normalized/stripped):
συνναιος
IDX:
100692
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100693
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σύνναιος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">dwelling with</span>, <span class="foreign greek">θεοῖς</span>, of the dead, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Riv.Fil.</span> 57.379 </span> (Crete, iii/iv A.D.).</div> </div><br><br>'}