Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνιππεύς
συνίππευσις
συνιππεύω
συνιππία
σύνιππος
συνίπταμαι
συνίρνα
σύνισαν
συνισθμίζω
συνισόομαι
συνίσσεις
συνίστημι
συνιστορέω
συνίστωρ
συνισχναίνω
συνισχυρίζω
συνίσχω
συνιτικός
συνιχνεύω
σύνναιος
συνναίω
View word page
συνίσσεις
συνίσσεις· ἀντὶ τοῦ συγκλείεις, Hsch. (fort. συνίλλεις).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνίσσεις
Headword (normalized):
συνίσσεις
Headword (normalized/stripped):
συνισσεις
IDX:
100683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100684
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνίσσεις·</span> <span class="foreign greek">ἀντὶ τοῦ συγκλείεις</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (fort. <span class="foreign greek">συνίλλεις</span>).</div><br><br>'}