Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεπιλάμπω
συνεπιλέγω
συνεπιλείπω
συνεπιλεκτέον
συνεπιλογίζομαι
συνεπιλογιστέον
συνεπιλύομαι
συνεπιμαρτυρέω
συνεπιμαρτύρησις
συνεπιμείγνυμι
συνεπιμειδιάω
συνεπιμελέομαι
συνεπιμελητής
συνεπιμερίζω
συνεπιμεριστέον
συνεπινεύω
συνεπινήχομαι
συνεπινοέω
συνεπινοητέον
συνεπιορκέω
συνεπιπάσχω
View word page
συνεπιμειδιάω
συνεπι-μειδιάω,
A). smile at together, τοῖς πάθεσι Plu. 2.672e .


ShortDef

smile at together

Debugging

Headword:
συνεπιμειδιάω
Headword (normalized):
συνεπιμειδιάω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιμειδιαω
IDX:
100275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100276
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεπι-μειδιάω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">smile at together</span>, <span class="quote greek">τοῖς πάθεσι</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.672e </span> .</div> </div><br><br>'}