Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεπικουρέω
συνεπικουφίζω
συνεπικραδαίνω
συνεπικρατέω
συνεπικρίνω
συνεπικροτέω
συνεπικρύπτω
συνεπικυρόω
συνεπικωμάζω
συνεπιλαμβάνω
συνεπιλαμπρύνω
συνεπιλάμπω
συνεπιλέγω
συνεπιλείπω
συνεπιλεκτέον
συνεπιλογίζομαι
συνεπιλογιστέον
συνεπιλύομαι
συνεπιμαρτυρέω
συνεπιμαρτύρησις
συνεπιμείγνυμι
View word page
συνεπιλαμπρύνω
συνεπι-λαμπρύνω,
A). help to brighten, τὸ φρόνημα Plu. 2.795c .


ShortDef

help to brighten

Debugging

Headword:
συνεπιλαμπρύνω
Headword (normalized):
συνεπιλαμπρύνω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιλαμπρυνω
IDX:
100264
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100265
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεπι-λαμπρύνω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">help to brighten</span>, <span class="quote greek">τὸ φρόνημα</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.795c </span> .</div> </div><br><br>'}