Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεπικελεύω
συνεπικιρνάω
συνεπικλίνω
συνεπικοσμέω
συνεπικούρειος
συνεπικουρέω
συνεπικουφίζω
συνεπικραδαίνω
συνεπικρατέω
συνεπικρίνω
συνεπικροτέω
συνεπικρύπτω
συνεπικυρόω
συνεπικωμάζω
συνεπιλαμβάνω
συνεπιλαμπρύνω
συνεπιλάμπω
συνεπιλέγω
συνεπιλείπω
συνεπιλεκτέον
συνεπιλογίζομαι
View word page
συνεπικροτέω
συνεπι-κροτέω,
A). join in applauding, Plu. 2.56b , 63a .


ShortDef

join in applauding

Debugging

Headword:
συνεπικροτέω
Headword (normalized):
συνεπικροτέω
Headword (normalized/stripped):
συνεπικροτεω
IDX:
100259
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100260
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεπι-κροτέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">join in applauding</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.56b </span>,<span class="bibl"> 63a </span>.</div> </div><br><br>'}