Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεπιδεσμέω
συνεπιδέω
συνεπιδημέω
συνεπιδίδωμι
συνεπιζεύγνυμαι
συνεπιζητέω
συνεπιθειάζω
συνεπίθεσις
συνεπιθέτης
συνεπιθεωρέω
συνεπιθήγω
συνεπιθλίβω
συνεπιθορυβέω
συνεπιθρηνέω
συνεπιθρήνησις
συνεπίθρυψις
συνεπιθυμέω
συνεπιθυμητής
συνεπιθωΰσσω
συνεπικαίω
συνεπικαλέομαι
View word page
συνεπιθήγω
συνεπι-θήγω,
A). help to sharpen or stimulate, Plu. 2.433d .


ShortDef

help to sharpen

Debugging

Headword:
συνεπιθήγω
Headword (normalized):
συνεπιθήγω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιθηγω
IDX:
100237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100238
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεπι-θήγω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">help to sharpen</span> or <span class="tr" style="font-weight: bold;">stimulate</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.433d </span>.</div> </div><br><br>'}