Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
συνεπεύχομαι
συνεπέχω
συνεπηχέω
συνεπιβαίνω
συνεπιβάλλω
συνεπιβλάπτομαι
συνεπιβλέπω
συνεπιβοηθέω
συνεπιβουλεύω
συνεπίβουλος
συνεπιγαυρόω
συνεπιγελάω
συνεπιγίγνομαι
συνεπιγραφεύς
συνεπιγραφή
συνεπιγράφω
συνεπιδείκνυμι
συνεπιδεσμέω
συνεπιδέω
συνεπιδημέω
συνεπιδίδωμι
View word page
συνεπιγαυρόω
συνεπι-γαυρόω
,
A).
encourage, hearten
,
τὸ φιλότιμον, τὸ γενναῖον
,
Plu.
2.746d
,
796
a.
ShortDef
encourage, hearten
Debugging
Headword:
συνεπιγαυρόω
Headword (normalized):
συνεπιγαυρόω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιγαυροω
IDX:
100220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100221
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεπι-γαυρόω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">encourage, hearten</span>, <span class="foreign greek">τὸ φιλότιμον, τὸ γενναῖον</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.746d </span>, <span class="bibl"> 796 </span> a.</div> </div><br><br>'}