Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
συνεξολισθάνω
συνεξόμνυμι
συνεξομοιόω
συνεξομοίωσις
συνεξορθιάζω
συνεξορίζω
συνεξορμάω
συνεξορούω
συνεξοτρύνω
συνεξουρέω
συνεξούσιος
συνεξυγραίνω
συνεξυμνέω
συνεξωθέω
συνεξωραΐζω
συνέορσις
συνεορτάζω
συνεορταστής
συνεοχμός
συνεπάγω
συνεπαγωνίζομαι
View word page
συνεξούσιος
συνεξ-ούσιος
,
ὁ
, perh.
A).
fellow-magistrate,
Sammelb.
343
.
ShortDef
fellow-magistrate
Debugging
Headword:
συνεξούσιος
Headword (normalized):
συνεξούσιος
Headword (normalized/stripped):
συνεξουσιος
IDX:
100156
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100157
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεξ-ούσιος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, perh. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">fellow-magistrate,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Sammelb.</span> 343 </span>.</div> </div><br><br>'}