Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεξοικονομέω
συνεξοκέλλω
συνεξολισθαίνω
συνεξολισθάνω
συνεξόμνυμι
συνεξομοιόω
συνεξομοίωσις
συνεξορθιάζω
συνεξορίζω
συνεξορμάω
συνεξορούω
συνεξοτρύνω
συνεξουρέω
συνεξούσιος
συνεξυγραίνω
συνεξυμνέω
συνεξωθέω
συνεξωραΐζω
συνέορσις
συνεορτάζω
συνεορταστής
View word page
συνεξορούω
συνεξ-ορούω,
A). rush out with, τῷ κύματι Clearch. 73 .


ShortDef

rush out with

Debugging

Headword:
συνεξορούω
Headword (normalized):
συνεξορούω
Headword (normalized/stripped):
συνεξορουω
IDX:
100153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100154
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεξ-ορούω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">rush out with</span>, <span class="quote greek">τῷ κύματι</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1270.tlg001:73" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1270.tlg001:73/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Clearch.</span> 73 </a> .</div> </div><br><br>'}