Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεντείνω
συνέντευξις
συνέντης
συνεξάγω
συνεξαιθερόω
συνεξαιθριάζω
συνεξαιματόω
συνεξαιρέω
συνεξαίρω
συνεξακολουθέω
συνεξακοντίζομαι
συνεξακούω
συνεξαλαπάζω
συνεξαλείφω
συνεξαλλάσσω
συνεξαλλοιόω
συνεξάλλομαι
συνεξαμαρτάνω
συνεξαμείβω
συνεξαμιλλάομαι
συνεξαναλίσκομαι
View word page
συνεξακοντίζομαι
συνεξ-ᾰκοντίζομαι, Pass.,
A). spurt out along with, τῇ ῥύσει τοῦ αἵματος Id. 1108.3 .


ShortDef

spurt out along with

Debugging

Headword:
συνεξακοντίζομαι
Headword (normalized):
συνεξακοντίζομαι
Headword (normalized/stripped):
συνεξακοντιζομαι
IDX:
100087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-100088
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεξ-ᾰκοντίζομαι</span>, Pass., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">spurt out along with</span>, <span class="quote greek">τῇ ῥύσει τοῦ αἵματος</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1108:3" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1108.3/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Id.</span> 1108.3 </a> .</div> </div><br><br>'}