Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Lexicon Thucydideum

συγκαλέω
συγκαταβαίνω
συγκαταδιώκω
συγκαταδουλόω
συγκαταλαμβάνω
συγκαταλείπω
συγκαταλύω
συγκατανέμω
συγκατασκευάζω
συγκαταστρέφω
συγκατεργάζομαι
συγκατοικίζω
σύγκειμαι
συγκελεύω
συγκεράννυμι
συγκινδυνεύω
συγκλείω
σύγκλεισις
σύγκλυς
συγκοινόομαι
συγκομιδή
View word page
ξυγκατεργάζεσθαι

una conficere to finish together, 1.132.4,

ShortDef

to help achieve; join in murdering

Debugging

Headword:
συγκατεργάζομαι
Headword (normalized):
συγκατεργάζομαι
Headword (normalized/stripped):
συγκατεργαζομαι
IDX:
3093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lexicon-thucydideum-3094
Key:
3094

Data

{'headword_display': '<b>ξυγκατεργάζεσθαι</b>', 'content': '<div class="entry"><div type="textpart" subtype="entry" n="lsj-sugkaterga/zomai">\n\n\n\n<p style="display: block; margin: 1em 0;"><span class="gloss" style="font-style: italic;">una conficere</span> <span class="gloss" style="font-style: italic;">to finish together</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="thuc. 1.132.4" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.132.4/canonical-url/">1.132.4</a>, <quote></quote></p>\n</div></div>', 'key': 3094}