Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄδακρυς
ἀδάκρῡτος
ἀδαμάντινος
ἀδαμαντόδετος
ἀδαμαντοπέδῑλος
ἀδάμᾱς
ἀδάμαστος
ἀδάματος
ἄδαμος
ἄδᾱν
ἀδαξάομαι
ἀδάπανος
ἄδαστος
ᾱ̔́δε
ᾱ̔δέα
ἀδεής
ἄδεια
ἀδείμαντος
ἄρσῃ
ἄρσην
ᾱ̓ρσίπους
View word page
ἀδαξάομαι
ἀδαξάομαιmid.contr.vbseeὀδάξω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀδαξάομαι
Headword (normalized):
ἀδαξάομαι
Headword (normalized/stripped):
αδαξαομαι
IDX:
997
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-998
Key:
ἀδαξάομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀδαξάομαι</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀδαξάομαι</HL><PS>mid.contr.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ὀδάξω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀδαξάομαι'}