Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
δορύπυρος
δορυσσόος
δορυτίνακτος
δορυφορέω
δορυφόρημα
δορυφορίᾱ
δορυφορικός
δορυφόρος
δός
δόσις
δόσκον
δοτέος
δοτήρ
δοτικός
δουλαπατίᾱ
δουλάριον
δουλείᾱ
δούλειος
δούλευμα
δουλεύω
δούλη
View word page
δόσκον
δόσκον
iteratv.aor.2
see
δίδωμι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δόσκον
Headword (normalized):
δόσκον
Headword (normalized/stripped):
δοσκον
IDX:
9885
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9886
Key:
δόσκον
Data
{'headword_display': '<b>δόσκον</b>', 'content': '<XE><RefFm>δόσκον<LblR>iteratv.aor.2</LblR></RefFm><XR>see<Ref>δίδωμι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δόσκον'}