Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δολομᾱ́χανος
δολομήδης
δολομήτης
δολόμῡθος
δολοπλοκίαι
δολοπλόκος
δολοποιός
δόλος
δολοφονέω
δολοφονίᾱ
δολοφόνος
δολοφραδής
δολοφρονέω
δολοφροσύνη
δολόω
δόλωμα
δόλων
δολῶπις
δόλωσις
δόμα
δομαῖοι
View word page
δολο-φόνος
δολοφόνοςονadj of a bathin which treacherous murder is committedA.

ShortDef

slaying by treachery

Debugging

Headword:
δολοφόνος
Headword (normalized):
δολοφόνος
Headword (normalized/stripped):
δολοφονος
IDX:
9790
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9791
Key:
δολοφόνος

Data

{'headword_display': '<b>δολο-φόνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δολο<hyph/>φόνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a bath</Indic><Tr>in which treacherous murder is committed</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δολοφόνος'}