Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δολιχαύχην
δολιχεγχής
δολιχήρετμος
δολιχοδρομέω
δολιχοδρόμος
δολιχός
δόλιχος
δολιχόσκιος
δολιχόφρων
δολόεις
δολοκτασίαι
δολομᾱ́χανος
δολομήδης
δολομήτης
δολόμῡθος
δολοπλοκίαι
δολοπλόκος
δολοποιός
δόλος
δολοφονέω
δολοφονίᾱ
View word page
δολοκτασίαι
δολοκτασίαιῶνf.plκτείνω treacherous murdersAR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δολοκτασίαι
Headword (normalized):
δολοκτασίαι
Headword (normalized/stripped):
δολοκτασιαι
IDX:
9779
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9780
Key:
δολοκτασίαι

Data

{'headword_display': '<b>δολοκτασίαι</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δολοκτασίαι</HL><Infl>ῶν</Infl><PS>f.pl</PS><Ety><Ref>κτείνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>treacherous murders</Tr><Au>AR.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δολοκτασίαι'}