Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δοκιμαστήρ
δοκιμαστής
δοκίμιον
δόκιμος
δοκίμωμι
δοκίς
δοκός
δόκος
δοκώ
δολερός
δολιόμητις
δολιόμῡθος
δολιόπους
δόλιος
δολιόφρων
δολιχαίων
δολίχαυλος
δολιχαύχην
δολιχεγχής
δολιχήρετμος
δολιχοδρομέω
View word page
δολιό-μητις
δολιόμητιςιδοςfem.adjδόλιοςμῆτις of personsintent on deceitA.cj.

ShortDef

crafty-minded

Debugging

Headword:
δολιόμητις
Headword (normalized):
δολιόμητις
Headword (normalized/stripped):
δολιομητις
IDX:
9762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9763
Key:
δολιόμητις

Data

{'headword_display': '<b>δολιό-μητις</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δολιό<hyph/>μητις</HL><Infl>ιδος</Infl><PS>fem.adj</PS><Ety><Ref>δόλιος</Ref><Ref>μῆτις</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of persons</Indic><Tr>intent on deceit</Tr><Au>A.<LblR>cj.</LblR></Au></aS1></AE>', 'key': 'δολιόμητις'}