Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διστάζω
διστεφής
δίστοιχος
δίστολος
δίστομος
δισύναπτος
δισχῑ́λιοι
διτάλαντος
διττός
διῡλίζω
διφαλαγγίᾱ
διφάσιος
δῑφάω
διφθέρᾱ
διφθέρινος
δίφορος
δίφραξ
διφρείᾱ
διφρευτής
διφρεύω
διφρηλασίᾱ
View word page
διφαλαγγίᾱ
διφαλαγγίᾱᾱςfδίςφάλαγξ double-column formationof troopsPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διφαλαγγίᾱ
Headword (normalized):
διφαλαγγίᾱ
Headword (normalized/stripped):
διφαλαγγια
IDX:
9638
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9639
Key:
διφαλαγγίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>διφαλαγγίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διφαλαγγίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>δίς</Ref><Ref>φάλαγξ</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>double-column formation<Expl>of troops</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διφαλαγγίᾱ'}