Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δίσκουρα
δισμῡ́ριοι
δισσάρχαι
δισσός
διστάζω
διστεφής
δίστοιχος
δίστολος
δίστομος
δισύναπτος
δισχῑ́λιοι
διτάλαντος
διττός
διῡλίζω
διφαλαγγίᾱ
διφάσιος
δῑφάω
διφθέρᾱ
διφθέρινος
δίφορος
δίφραξ
View word page
δισ-χῑ́λιοι
δισχῑ́λιοι
Aeol.δισχέλιοι
αι αpl.num.adjIon.fem.nom.sg.
δισχῑλίη
two thousandAlc. Hdt.sg., w.collectv. ἵππος cavalryHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δισχῑ́λιοι
Headword (normalized):
δισχῑ́λιοι
Headword (normalized/stripped):
δισχιλιοι
IDX:
9634
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9635
Key:
δισχῑ́λιοι

Data

{'headword_display': '<b>δισ-χῑ́λιοι</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δισ<hyph/>χῑ́λιοι</HL><DL><Lbl>Aeol.</Lbl><FmHL>δισχέλιοι</FmHL></DL><Infl>αι α</Infl><PS>pl.num.adj</PS><FG><Case><Lbl>Ion.fem.nom.sg.</Lbl><Form>δισχῑλίη</Form></Case></FG></HG> <aS1><Tr>two thousand</Tr><Au>Alc. Hdt.<NBPlus/></Au><aS2><Indic>sg., w.collectv. <Ref>ἵππος</Ref> <ital>cavalry</ital></Indic><Au>Hdt.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'δισχῑ́λιοι'}