Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δισκέω
δίσκημα
δίσκηπτρος
δίσκος
δίσκουρα
δισμῡ́ριοι
δισσάρχαι
δισσός
διστάζω
διστεφής
δίστοιχος
δίστολος
δίστομος
δισύναπτος
δισχῑ́λιοι
διτάλαντος
διττός
διῡλίζω
διφαλαγγίᾱ
διφάσιος
δῑφάω
View word page
δί-στοιχος
δίστοιχοςονadjστοῖχος prob. of a chorusin two rowsA.satyr.fr.

ShortDef

in two rows

Debugging

Headword:
δίστοιχος
Headword (normalized):
δίστοιχος
Headword (normalized/stripped):
διστοιχος
IDX:
9630
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9631
Key:
δίστοιχος

Data

{'headword_display': '<b>δί-στοιχος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δί<hyph/>στοιχος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στοῖχος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>prob. of a chorus</Indic><Tr>in two rows</Tr><Au>A.<Wk>satyr.fr.</Wk></Au></aS1></AE>', 'key': 'δίστοιχος'}