Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δίπους
δίπτυχος
δίπυλος
δίπυρος
Δίρκη
δίρρῡμος
δίς
δισθανής
δισκέω
δίσκημα
δίσκηπτρος
δίσκος
δίσκουρα
δισμῡ́ριοι
δισσάρχαι
δισσός
διστάζω
διστεφής
δίστοιχος
δίστολος
δίστομος
View word page
δί-σκηπτρος
δίσκηπτροςονadjδίςσκῆπτρον of the leadership of Agamemnon and Menelaostwin-sceptredA.

ShortDef

two-sceptred

Debugging

Headword:
δίσκηπτρος
Headword (normalized):
δίσκηπτρος
Headword (normalized/stripped):
δισκηπτρος
IDX:
9622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9623
Key:
δίσκηπτρος

Data

{'headword_display': '<b>δί-σκηπτρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δί<hyph/>σκηπτρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>δίς</Ref><Ref>σκῆπτρον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the leadership of Agamemnon and Menelaos</Indic><Tr>twin-sceptred</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δίσκηπτρος'}