Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διορίζω
διόρισις
διορισμός
διορκισμός
διόρνυμαι
διόρυγμα
διορύσσω
διορυχή
διορχέομαι
δῖος
Διός
διόσδοτος
διοσημίᾱ
διοσκέω
Διόσκοροι
διότι
διοτρεφής
διοτρόφος
διουρίζω
διοχετεύω
διοχλέω
View word page
Διός
Διόςgen.sg.seeΖεύς

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Διός
Headword (normalized):
διός
Headword (normalized/stripped):
διος
IDX:
9575
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9576
Key:
Διός

Data

{'headword_display': '<b>Διός</b>', 'content': '<XE><RefFm>Διός<LblR>gen.sg.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>Ζεύς</Ref></XR> </XE>', 'key': 'Διός'}