Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διοικέω
διοίκησις
διοικητής
διοικίζω
διοίκισις
διοικισμός
διοικοδομέω
διοινόομαι
διοιστέον
διοϊστεύω
διοιχνέω
διοίχομαι
διοκωχή
διολισθάνω
διόλλῡμι
διόλου
διολοφῡ́ρομαι
δίομαι
δίομαι
διομαλίζω
Διομήδης
View word page
δι-οιχνέω
διοιχνέωcontr.vb of Pango alongw.prep.phr.among cragshHom. of a persongo throughlifeA.

ShortDef

to go through

Debugging

Headword:
διοιχνέω
Headword (normalized):
διοιχνέω
Headword (normalized/stripped):
διοιχνεω
IDX:
9527
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9528
Key:
διοιχνέω

Data

{'headword_display': '<b>δι-οιχνέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δι<hyph/>οιχνέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of Pan</Indic><Tr>go along</Tr><PrPhr><GLbl>w.prep.phr.</GLbl>among crags<Au>hHom.</Au></PrPhr> </vS1> <vS1><Indic>of a person</Indic><Tr>go through</Tr><Obj>life<Au>A.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'διοιχνέω'}