Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διοίγω
δίοιδα
διοικέω
διοίκησις
διοικητής
διοικίζω
διοίκισις
διοικισμός
διοικοδομέω
διοινόομαι
διοιστέον
διοϊστεύω
διοιχνέω
διοίχομαι
διοκωχή
διολισθάνω
διόλλῡμι
διόλου
διολοφῡ́ρομαι
δίομαι
δίομαι
View word page
διοιστέον
διοιστέονneut.impers.vbl.adj.see διαφέρω

ShortDef

one must move round

Debugging

Headword:
διοιστέον
Headword (normalized):
διοιστέον
Headword (normalized/stripped):
διοιστεον
IDX:
9525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9526
Key:
διοιστέον

Data

{'headword_display': '<b>διοιστέον</b>', 'content': '<XE><RefFm>διοιστέον<LblR>neut.impers.vbl.adj.</LblR></RefFm><XR>see <Ref>διαφέρω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'διοιστέον'}