Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διό
διόβολος
διογενέτωρ
διογενής
διογκόομαι
διόγνητος
διοδεύω
διοδοιπορέω
δίοδος
διόδοτος
Διόθεν
διοίγω
δίοιδα
διοικέω
διοίκησις
διοικητής
διοικίζω
διοίκισις
διοικισμός
διοικοδομέω
διοινόομαι
View word page
Διόθεν
Διόθενadvsee underΖεύς

ShortDef

sent from Zeus, by his will

Debugging

Headword:
Διόθεν
Headword (normalized):
διόθεν
Headword (normalized/stripped):
διοθεν
IDX:
9514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9515
Key:
Διόθεν

Data

{'headword_display': '<b>Διόθεν</b>', 'content': '<XE><HG><HL>Διόθεν</HL><PS>adv</PS></HG><XR>see under<Ref>Ζεύς</Ref></XR> </XE>', 'key': 'Διόθεν'}