Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δίκτυον
δίκτυς
δικτυωτός
δικῶ
δικωπέω
δίκωπος
διλογέω
διλογίᾱ
δίλογχος
δίλοφος
διλοχίᾱ
διμερής
δίμηνος
δίμιτρος
δίμνεως
διμοιρίᾱ
διμοιρῑ́της
δίμοιρον
δίμορος
δῑ́νᾱ
δῑνεύω
View word page
διλοχίᾱ
διλοχίᾱᾱςfλόχος double fileof troopsPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διλοχίᾱ
Headword (normalized):
διλοχίᾱ
Headword (normalized/stripped):
διλοχια
IDX:
9485
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9486
Key:
διλοχίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>διλοχίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διλοχίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>λόχος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>double file<Expl>of troops</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διλοχίᾱ'}