Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δίκρους
Δίκτυννα
δικτυόκλωστος
δίκτυον
δίκτυς
δικτυωτός
δικῶ
δικωπέω
δίκωπος
διλογέω
διλογίᾱ
δίλογχος
δίλοφος
διλοχίᾱ
διμερής
δίμηνος
δίμιτρος
δίμνεως
διμοιρίᾱ
διμοιρῑ́της
δίμοιρον
View word page
διλογίᾱ
διλογίᾱᾱςf repetitionof what one has saidX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διλογίᾱ
Headword (normalized):
διλογίᾱ
Headword (normalized/stripped):
διλογια
IDX:
9482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9483
Key:
διλογίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>διλογίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διλογίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>repetition<Expl>of what one has said</Expl></Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διλογίᾱ'}